Εκτύπωση

Κατατέθηκε στη Βουλή προς συζήτηση και ψήφιση σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο «Μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άλλες διατάξεις»

Για να δείτε το ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
με τίτλο «Μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άλλες διατάξεις»

ΜΕΡΟΣ Α'

Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Μείωση ασφαλιστικών εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών,
αυτοαπασχολούμενων και αγροτών

Άρθρο 1

Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016


Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται τα ποσοστά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης που καταβάλουν οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες, παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992.

Ειδικότερα, προβλέπεται ότι το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης των ασφαλισμένων που προέρχονται από τον τ. ΟΑΕΕ και τον τ. ΕΤΑΑ (άνω πενταετίας), μειώνεται από 1.1.2019 έναντι του αρχικώς προβλεφθέντος ποσοστού 20% σε ποσοστό 13,33%. Το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να υπολογίζεται επί του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, πλην όμως τελεί υπό την επιφύλαξη της υποχρεωτικής ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς.

Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, η κατά τα ανωτέρω υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης των παραπάνω ασφαλισμένων δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Άρθρο 2

Προσθήκη άρθρου 39Α στον ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη συγκεντρώνονται όλες οι ειδικότερες διατάξεις που αφορούν τα ποσοστά μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που καταβάλουν οι ασφαλισμένοι που προέρχονται από το τ. ΕΤΑΑ και οι αυτοαπασχολούμενοι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την πρώτη 5ετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση. Ειδικότερα, για τα ανωτέρω πρόσωπα προβλέπεται ότι από 1.1.2019 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό 13,33%.

Επιπροσθέτως, για τα ανωτέρω πρόσωπα ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού τόσο για το διάστημα από 1.1.2017 έως 31.12.2018 όσο και για το διάστημα από 1.1.2019 και εντεύθεν αντιστοιχεί στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Επειδή ο ΕΦΚΑ αποτελεί ενιαίο φορέα ασφαλισμένων, ευμενέστερη μεταχείριση σε μία κατηγορία
ασφαλισμένων θα συνεπαγόταν μεταφορά πόρων προς αυτή από τις υπόλοιπες κατηγορίες, με συνέπεια την παραβίαση των αρχών της ισονομίας του συστήματος. Για το λόγο αυτό, προβλέπεται η επιστροφή της ανωτέρω ασφαλιστικής ελάφρυνσης των ανωτέρω νέων ασφαλισμένων. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της κατά τα ανωτέρω μειωμένης μηνιαίας εισφοράς σε σχέση με την αναφερόμενη στο άρθρο 39 υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά που θα ισχύει από 1.1.2019 (ποσοστού 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών) συνιστά ασφαλιστική οφειλή.

Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζονται αναδρομικά από 1.1.2017 τα ποσά της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα ανωτέρω πρόσωπα στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών και στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ανεξαρτήτως εισοδήματος.

Ειδικότερα, προβλέπεται ότι από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών των ανωτέρω προσώπων ορίζεται σε ποσοστό 4% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Επίσης, προβλέπεται ότι το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ορίζεται από 1.1.2017 έως 31.5.2019, σε ποσοστό 7%, από 1.6.2019 έως 31.5.2022 σε ποσοστό 6,5% και από 1.6.2022 σε ποσοστό 6%, υπολογιζόμενων όλων των ανωτέρω ποσοστών επί της ίδιας ως άνω μειωμένης βάσης υπολογισμού.

Άρθρο 3

Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη επαναπροσδιορίζεται το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους που ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του πρώην ΟΓΑ από 1.1.2019 και εντεύθεν. Ειδικότερα, στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπεται πως το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς, όπως διαμορφώνεται τελικά από την 1.1.2022 και εντεύθεν, μειώνεται από ποσοστό 20% σε ποσοστό 13,33% επί του εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.

Παράλληλα, και υπό το πρίσμα της ανωτέρω μείωσης, στη μεταβατική περίοδο που έχει ήδη προβλεφθεί από την 1.1.2017 και μέχρι την 1.1.2022, οπότε και διαμορφώνεται τελικά το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς στο νέο αυτό, μειωμένο, ποσοστό, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς ανακαθορίζεται και διαμορφώνεται ως εξής:

α. από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ορίζεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.

β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παρ. 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παρ. 2 του άρθρου 38.

γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το άνω ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε 14%.

δ. Από 1.1.2018 έως 31.12.2018 το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%.

ε. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 της προτεινόμενης διάταξης, το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε 12% από 1.1.2019 έως 31.12.2019, σε ποσοστό 12,67% από 1.1.2020 έως 31.12.2020, σε ποσοστό 13% από 1.1.2021 έως 31.12.2021 και σε ποσοστό 13,33%, από 1.1.2022 και εντεύθεν.

Η πάγια ρύθμιση με την οποία ορίζεται πως το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα για τους αγρότες θα είναι το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25%, εξακολουθεί και ισχύει.

Περαιτέρω, με την παρ. 3 της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία εισφορά από 1.1.2019 και έως 31.12.2019 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19,5% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος και από 1.1.2022 και εντεύθεν δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.

Οι ασφαλισμένοι διατηρούν τη δυνατότητα για προαιρετική καταβολή υψηλότερης εισφοράς από την κατά τα ανωτέρω οριζόμενη. Ειδικότερα, δύνανται με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, να μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις παρ. 1.

Άρθρο 4

Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται η βάση υπολογισμού της εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης και συγκεκριμένα πλέον όλοι οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες θα καταβάλουν τα αναφερόμενα ποσοστά ανά περίοδο αναφοράς επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ανεξαρτήτως δηλαδή εισοδήματος. Περαιτέρω, ειδικά για τους ασφαλισμένους στον τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων και του τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του τ. ΟΑΕΕ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, το συγκεκριμένο ποσό εισφοράς ισχύει από 1.12.2012 και από 1.1.2015 αντίστοιχα. Η ρύθμιση των περιπτώσεων του προηγούμενου εδαφίου αναδρομικά από τις παραπάνω ημερομηνίες κρίθηκε αναγκαία, καθώς οι προβλεπόμενες από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς διαδικασίες θέσπισης της εισφοράς αυτών των κατηγοριών δεν είχαν ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα να μην είναι ορισμένο το ποσό εισφοράς που όφειλαν οι ασφαλισμένοι.

Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη παροχή επικουρικής σύνταξης. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.

Άρθρο 5

Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι για τους αυτοτελώς απασχολούμενους το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ θα υπολογίζεται αναδρομικά από την 1.1.2017 στην ελάχιστη βάση υπολογισμού, δηλαδή επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει. Ορίζεται ως μηνιαία εισφορά ποσοστό 4%, επί της παραπάνω ελάχιστης βάσης υπολογισμού, ανεξαρτήτως εισοδήματος.

Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη εφάπαξ παροχή. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.

Άρθρο 6

Τροποποίηση του άρθρου 98 του ν. 4387/2016

Με την διάταξη του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 είχε εισαχθεί μεταβατική ρύθμιση για μειωμένες εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 έως και 31.12.2020. Δεδομένου ότι με νεότερη ρύθμιση από 1.1.2017 οι εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής είναι ποσοστά επί σταθερής βάσης υπολογισμού και συγκριμένα επί του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, οι αναφερόμενες στο άρθρο προσαρμογές δεν ισχύουν για τις εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής.

Άρθρο 7

Τροποποίηση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη προσαρμόζεται ο ορισμός των συντάξιμων αποδοχών στην νέα μεταρρύθμιση σχετικά με τις εισφορές αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του άρθρου 40. Ορίζεται ότι συντάξιμες αποδοχές αποτελεί το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν η καταβεβλημένη μηνιαία εισφορά ως εισφορά ύψους 20%. Αντίστοιχα ρυθμίζονται και οι συντάξιμες αποδοχές που προκύπτουν έπειτα από εξαγορά πλασματικού χρόνου.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Λοιπές ασφαλιστικές και συυταξιοδοτικές διατάξεις

Άρθρο 8

Έναρξη και λήξη συυταξιοδοτικού δικαιώματος στο ΕΤΕΑΕΠ

Η έναρξη του δικαιώματος της επικουρικής σύνταξης, μέχρι σήμερα, καθορίζεται από τις καταστατικές διατάξεις κάθε ενταχθέντος στον ΕΤΕΑΕΠ τομέα ή κλάδου, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαφορετική έναρξη του δικαιώματος σύνταξης ανά τομέα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το τ. ΤΕΑΔΥ η ημερομηνία έναρξης ακολουθεί την ημέρα συνταξιοδότησης στον κύριο φορέα, στο τ. ΤΕΑΠΟΚΑ η σύνταξη καταβάλλεται από την ημέρα παύσης της μισθοδοσίας του Δημοσίου Ταμείου, ενώ στο τ. ΤΕΑΠΑΠ-ΔΕΗ η επικουρική σύνταξη άρχεται την πρώτη του επομένου μηνάς από το μήνα που επήλθε η αποχώρηση του ασφαλισμένου από την υπηρεσία. Το ισχύον πλαίσιο με τις πολλές και διαφορετικές ημερομηνίες έναρξης του δικαιώματος σύνταξης γήρατος δεν δικαιολογείται μετά την ένταξη όλων των φορέων στο ΕΤΕΑΕΠ, γιατί αφενός μεν η έναρξη καταβολής της σύνταξης δεν αντιμετωπίζεται με ενιαίο τρόπο για όλους τους ασφαλισμένους, αφετέρου δε, δημιουργούνται διοικητικές δυσλειτουργίες κατά τη διαδικασία έκδοσης των συνταξιοδοτικών αποφάσεων. Ακόμη, η ενοποίηση των αντίστοιχων κανόνων στον ΕΦΚΑ με το ν. 4554/2018 (Α' 130) καθιστά αναγκαία την αντίστοιχη ρύθμιση των επικουρικών συντάξεων.

Στο πλαίσιο των ενιαίων κανόνων που θέτει ο ν. 4387/2016 (Α' 85) για το σύνολο των ασφαλισμένων και συνταξιούχων όλων των φορέων που εντάχθηκαν στον ΕΤΕΑΕΠ, στους οποίους κανόνες συμπεριλαμβάνεται και ο κοινός τρόπος υπολογισμού της σύνταξης, κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση ενιαίας ρύθμισης έναρξης του δικαιώματος σύνταξης.

Συγκεκριμένα και προκειμένου για την άσκηση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου από τους ασφαλισμένους των ενταχθέντων στο ΕΤΕΑΕΠ τομέων, ορίζεται ως προϋπόθεση η υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης στον ΕΤΕΑΕΠ. Το δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος αρχίζει από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σε αντίθετη δε περίπτωση, από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις. Περαιτέρω, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατά περίπτωση για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος υποβάλλονται μέχρι την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα που έπεται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

Σημαντική διαφοροποίηση που επέρχεται με τη νέα ρύθμιση είναι ότι πλέον δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας, προκειμένου να αρχίσει η συνταξιοδότηση. Έτσι, σε όσες περιπτώσεις ο ασφαλισμένος επιθυμεί να συνεχίσει τη μισθωτή δραστηριότητά του ή την αυτοαπασχόληση, αρκεί να το δηλώσει στην αίτηση συνταξιοδότησής του, χωρίς πλέον να απαιτείται διακοπή δραστηριότητας από την οικεία Δ.Ο.Υ., προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες ή αυτοαπασχολούμενους.

Κοινή ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος σύνταξης ορίζεται και για τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου. Ομοίως, ορίζεται και το χρονικό σημείο λήξης σε συντάξεις γήρατος και λόγω θανάτου.

Η νέα ρύθμιση για την ενιαία έναρξη του δικαιώματος σύνταξης αρχίζει να εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, καταργούμενων από την ίδια ανωτέρω ημερομηνία όλων των ειδικών ή γενικών διατάξεων των ενταχθέντων στον ΕΤΕΑΕΠ τομέων που ρυθμίζουν διαφορετικά το θέμα της έναρξης και λήξης συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και θανάτου.

Με τη διάταξη αυτή ενοποιείται και απλοποιείται η αντιμετώπιση των περιπτώσεων έναρξης και λήξης του δικαιώματος σύνταξης από το ΕΤΕΑΕΠ, κατ' αναλογία της διάταξης του ΕΦΚΑ, με τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη αντιμετώπιση όλων των ασφαλισμένων.

Άρθρο 9

Τεχνικό ζήτημα για την απονομή επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών στο ΕΤΕΑΕΠ

Με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ότι σε περίπτωση υποβολής δήλωσης των ασφαλισμένων του ΕΤΕΑΕΠ που υπάγονταν στην ασφάλιση του τ. ΕΤΑΑ, περί εξόφλησης των εισφορών των συνεισπραττόμενων κλάδων επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών, για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2016 για το οποίο έχουν εξοφληθεί οι εισφορές για τον κλάδο κύριας ασφάλισης και έχει διενεργηθεί έλεγχος του χρόνου ασφάλισης, η επικουρική σύνταξη και εφάπαξ παροχή απονέμεται, επικουρικά ως προς τα στοιχεία του ταμείου, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του προτεινόμενου άρθρου. Σύμφωνα με την παρ. 2, το ΕΤΕΑΕΠ ελέγχει τα στοιχεία της παρ. 1 εντός δύο (2) ετών από την έκδοση των σχετικών αποφάσεων. Σε περίπτωση που η διαδικασία της παρ. 1 δεν συμπίπτει με τα επαληθευμένα στοιχεία, εκτός από τις άλλες έννομες συνέπειες, αναζητούνται από το ΕΤΕΑΕΠ οι αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις και παροχές.

Άρθρο 10

Αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές από το τ. ΤΑΔΚΥ και το τ. ΤΠΔΚΥ

Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται κατά τις γενικές αρχές του δικαίου, ιδίως της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στη Διοίκηση καθώς και της αρχής της επιείκειας προς τον διοικούμενο, η μη αναζήτηση από το τ. ΤΑΔΚΥ και τ. ΤΠΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, ως αχρεωστήτως καταβληθέντων των επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών, οι οποίες καταβλήθηκαν στους ασφαλισμένους του τ. ΤΑΔΚΥ και τ. ΤΠΔΚΥ χωρίς υπαιτιότητά τους.

Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3232/2004 προβλεπόταν ότι:

«3. Ασφαλισμένοι επικουρικών ταμείων που συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο ή συνταξιοδοτούνται με καθεστώς κύριας ασφάλισης ίδιο ή εξομοιούμενο με αυτό του Δημοσίου βάσει ιδιαίτερων νομοθετημάτων μπορούν να αναγνωρίσουν κάθε προϋπηρεσία τους που συμπίπτει με συντάξιμο χρόνο στο Δημόσιο ή το φορέα κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της στρατιωτικής υπηρεσίας, εφόσον για τον χρόνο αυτόν ο ασφαλισμένος δεν είχε άλλη επικουρική ασφάλιση με εξαίρεση το Μ.Τ.Π.Υ. Η αναγνώριση γίνεται με απόφαση του Ταμείου μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου...»

Πολλοί, αξιοποιώντας την ανωτέρω διάταξη, εξαγόρασαν στο επικουρικό ταμείο χρόνο ασφάλισης και έτσι θεμελίωσαν δικαίωμα και έλαβαν από το τ. ΤΑΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ, επικουρικό βοήθημα και από το τ. ΤΠΔΚΥ εφάπαξ παροχή. Εκ των υστέρων, όμως, διαπιστώθηκε από το Ταμείο η λάθος ερμηνεία της παραπάνω διάταξης και πλέον το ΕΤΕΑΕΠ ανακαλεί τις αποφάσεις απονομής επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών σε όσους έκαναν εξαγορά χρόνου σύμφωνα με τα παραπάνω. Περαιτέρω το τ. ΤΑΔΚΥ και το τ. ΤΠΔΚΥ, ήδη ΕΤΕΑΕΠ ανακαλεί πράξεις απονομής επικουρικών συντάξεων και εφάπαξ παροχών λόγω μεταγενέστερης της χορήγησής τους ανάκλησης της απόφασης του Φορέα κύριας ασφάλισης αλλά και λόγω μεταγενέστερης της χορήγησής τους απορριπτικής απόφασης του Φορέα κύριας ασφάλισης.

Λόγω της παραπάνω δύσκολης ερμηνείας των διατάξεων του νόμου και της παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας του ασφαλισμένου, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση, κρίνεται σκόπιμη η προτεινόμενη διάταξη προκειμένου να μην αναζητηθούν τα ποσά ως αχρεωστήτως καταβληθέντα και να αποφευχθεί η ανατροπή του οικονομικού προγραμματισμού των ασφαλισμένων σε βάρος τους.

Άρθρο 11

Αναγνώριση πλασματικών χρόνων πριν την 1.1.2017 και αύξηση των συνταξίμων αποδοχών

Σύμφωνα με το προϊσχύσαν καθεστώς οι ασφαλισμένοι εξαγόραζαν πλασματικό χρόνο ασφάλισης με εισφορά υπολογιζόμενη επί της κατώτατης βάσης υπολογισμού χωρίς αυτό να επηρεάζει το ποσό της οριστικής τους σύνταξης. Ωστόσο, σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο ο πλασματικός χρόνος εξαγοράζεται με εισφορά υπολογιζόμενη επί του τελευταίου μηνιαίου εισοδήματος. Ανάλογα το ποσό της καταβαλλόμενης εισφοράς επηρεάζονται και οι συντάξιμες αποδοχές. Επειδή οι αναγνωριζόμενοι μήνες ασφάλισης στο νέο σύστημα υπολογισμού της σύνταξης στα πλαίσια της ανταποδοτικότητας των εισφορών έχουν αντίκτυπο στο τελικό ποσό της σύνταξης και επειδή όσοι εξαγόρασαν με το προϊσχύον καθεστώς χωρίς να έχουν αξιοποιήσει ακόμη αυτό το χρόνο θα μπορούσαν να θίγονται λόγω μεταγενέστερης μεταβολής του νομοθετικού πλαισίου, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί η δυνατότητα σε αυτούς να υπαχθούν στο ευνοϊκότερο καθεστώς του ν. 4387/2016, καταβάλλοντας τη διαφορά.

Άρθρο 12

Εκκαθάριση και πληρωμή ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των ΦΚΑ που
εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ

Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται η διαδικασία εκκαθάρισης και πληρωμής από τον ΕΦΚΑ των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ -ήτοι εκείνων που αφορούν τα έτη από το 2006 και εντεύθεν για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα προβλεπόμενα κατά περίπτωση παραστατικά- προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κλπ., καθώς και προς ασφαλισμένους των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

Στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπονται κάποια ποσοστά εκπτώσεων αναφορικά με τις οφειλές προς ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας, ενώ αναφορικά με τις οφειλές προς ασθενείς ασφαλισμένους ορίζεται ότι θα εξοφληθούν σε ποσοστό 100%.

Μέσω του προβλεπόμενου πρόχειρου λογιστικού ελέγχου που διενεργείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ για την έκδοση των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων επιταχύνεται η διαδικασία εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων ως άνω υποχρεώσεων. Ομοίως, για την επιτάχυνση της ανωτέρω διαδικασίας, ορίζεται ότι εξαιρετικώς, για την οριστικοποίηση των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων, τη δέσμευση, τη μεταφορά πιστώσεων και κεφαλαίων απαιτείται και αρκεί, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, σύνταξη και υποβολή εντύπου συγκεντρωτικής κατάστασης ανά παραστατικό ή προμηθευτή ή πάροχο ή κατηγορία δαπάνης.

Η παρ. 5 της προτεινόμενης διάταξης αποσαφηνίζει ζητήματα αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Καταβολής Παροχών Υγείας του ΕΦΚΑ καθώς επίσης και των τμημάτων Οικονομικού των Περιφερειακών Διευθύνσεων του ΕΦΚΑ στη διενέργεια της διαδικασίας εκκαθάρισης και πληρωμής των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του τ. ΕΤΑΑ. Ομοίως στην παρ. 6 της προτεινόμενης διάταξης καθορίζεται η αρμοδιότητα των οργανικών μονάδων των Διευθύνσεων Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ, αναφορικά με την εκκαθάριση και εξόφληση των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας του τ. ΤΥΔΚΥ.

Επιπλέον, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται η διαδικασία εκκαθάρισης και πληρωμής και των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης εκτός συμβατικής σχέσης, εφόσον αποδεικνύεται η παροχή των υπηρεσιών ή η παραλαβή προϊόντων από τους τελευταίους.

Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι η εκκαθάριση και πληρωμή των ως άνω ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων θα γίνεται κατά παρέκκλιση των περί παραγραφής διατάξεων.

Τέλος, με την προτεινόμενη διάταξη χορηγείται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών να καθορίζουν με Κοινή Απόφασής τους κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Άρθρο 13

Νομική παράσταση ΕΦΚΑ υπέρ ΕΟΠΥΥ

Η προτεινόμενη ρύθμιση ορίζει ότι ο ΕΦΚΑ παρίσταται νόμιμα σε δίκες που αφορούν τους Κλάδους Υγείας που μεταφέρθηκαν στον ΕΟΠΥΥ. Οι αποφάσεις επ' αυτών των δικών εκτελούνται υπέρ και σε βάρος του ΕΟΠΥΥ. Η διάταξη εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος δίκες.

Άρθρο 14

Αποδεικτικό ηλικίας ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ

Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 (Α' 81), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.δ. 1390/1973 (Α' 103) και την παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 1140/1981 (Α' 123), η ηλικία των ασφαλισμένων του τ. ΟΓΑ και των μελών της οικογένειάς τους αποδεικνύεται με ληξιαρχική πράξης γέννησης, η οποία έχει συνταχθεί ή διορθωθεί εντός 90 ημερών από την γέννηση. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ληξιαρχική πράξη γέννησης η ηλικία αποδεικνύεται για τους μεν άντρες από την εγγραφή τους στα Μητρώα Αρένων και σε περίπτωση που αυτό λείπει από την εγγραφή στα Δημοτολόγια, για δε τις γυναίκες από την εγγραφή στα Δημοτολόγια. Περαιτέρω, σε περίπτωση που έχει επισυμβεί με οποιονδήποτε τρόπο διόρθωση ή μεταβολή του έτους γεννήσεως που αναγράφεται στα Μητρώα Αρένων ή τα δημοτολόγια , λαμβάνεται υπόψη το προ της διόρθωσης αναγραφόμενο έτος γεννήσεως.

Σε περίπτωση αμφισβήτησης από τους ασφαλισμένους της ορθότητας της εγγραφής του έτους γεννήσεως αυτών ή των μελών της οικογένειάς τους στα Δημοτολόγια, αυτό καθορίζεται μετά από αίτηση των ασφαλισμένων με απόφαση των αρμόδιων Επιτροπών Καθορισμού Ηλικίας του τ. ΙΚΑ.

Τέλος, με τον νόμο 1599/1986 (Α' 75) καθιερώνεται νέος τύπος δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και στην παρ. 1 του άρθρου 6 ορίζεται ότι η ταυτότητα των ελλήνων πολιτών έναντι πάντων αποδεικνύεται από τα δελτία ταυτότητα που εκδίδονται σύμφωνα με τον νόμο.

Μέχρι σήμερα ο πρώην ΟΓΑ ακολουθούσε την παραπάνω πρακτική του ν. 4169/1961 σε αντίθεση με του λοιπούς εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, στους οποίους η ηλικία των ασφαλισμένων αποδεικνύεται πλήρως μόνο από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας.

Στα πλαίσια, λοιπόν, της ενιαίας για όλους τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ αντιμετώπιση και προς αποφυγή της χρονοβόρου διαδικασίας των αρμόδιων Επιτροπών του τ. ΙΚΑ που επιλύουν τις σχετικές με το έτος γεννήσεως αμφισβητήσεις, κρίνεται σκόπιμη η κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 και προτείνεται πλέον η ηλικία των ασφαλισμένων του τ. ΟΓΑ να αποδεικνύεται από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας, όπως και συνέβαινε και στους λοιπούς στον ΕΦΚΑ εντασσόμενους φορείς.

Άρθρο 15

Μηχανογραφικό σύστημα ΕΦΚΑ και ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών

Με την προτεινόμενη διάταξη θεσμοθετείται αναδρομικά ένα μεταβατικό μέχρι την πλήρη ένταξη του πληροφοριακού συστήματος της ΓΓΠΣ στον ΕΦΚΑ στάδιο συνεργασίας μεταξύ τους προκειμένου να προωθούνται με κάθε νόμιμο τρόπο όλες οι διαδικασίες μηχανογράφησης και πληροφορικής με στόχο την απρόσκοπτη χορήγηση των συντάξεων του Δημοσίου Τομέα. Το δε πρωτόκολλο συνεργασίας αναφέρει ενδεικτικά τις αμοιβαίες υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, την υποστήριξη της παραγωγικής λειτουργίας, θέματα διαχείρισης δεδομένων, προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των συστημάτων και των δεδομένων και την διάρκεια ισχύος του.


Άρθρο 16

Τρόπος υπολογισμού σύνταξης των μονοσυνταξιούχων ασφαλισμένων του πρώην ΤΣΑΥ για αιτήσεις προ του ν. 4387/2016

Μέχρι την ισχύ του ν. 4387/2016 (12.5.2016), σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του πρώην ΕΤΑΑ- ΤΣΑΥ, οι συνταξιούχοι του πρώην Ταμείου που ήταν ασφαλισμένοι και στον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων ελάμβαναν, για το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο, προσαύξηση στο ποσό της σύνταξής τους ίση με το 50% του ποσού της κύριας σύνταξης, εφόσον ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ ταυτιζόταν με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων, ενώ εάν υπήρχαν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο, δεν καταβαλλόταν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο αυτό.

Κατόπιν αυτού, κρίθηκε αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα και ο τρόπος χορήγησης συνταξιοδοτικής παροχής από τον κλάδο των Μονοσυνταξιούχων αφενός στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ δεν ταυτίζεται με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Ταμείου και αφετέρου στις περιπτώσεις συνταξιούχων που κατά τη συνταξιοδότησή τους δεν έλαβαν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο των Μονοσυνταξιούχων λόγω οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο.

Έτσι, με την παρούσα διάταξη προτείνεται στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ- πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ που ως προς τον υπολογισμό της σύνταξής τους έχουν εφαρμογή οι προγενέστερες του ν. 4387/2016 διατάξεις, όταν ο χρόνος ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ δεν ταυτίζεται με το χρόνο ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Ταμείου αυτού, οι συνταξιούχοι να λαμβάνουν ως σύνταξη για τα έτη ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης το προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου ποσό και για κάθε έτος ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων επιπλέον ποσό ίσο με το 1/25 του ποσού της προσαύξησης που προβλέπεται από τις καταστατικές διατάξεις του πρώην Ταμείου για 25 έτη ασφάλισης στον κλάδο Μονοσυνταξιούχων .

Επίσης, προτείνεται στις περιπτώσεις ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ που έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι 12.5.2016, η οποία βρίσκεται σε εκκρεμότητα, και συνταξιούχων μέχρι την ίδια ως άνω ημερομηνία του Ταμείου αυτού, οι οποίοι κατά τη συνταξιοδότησή τους δεν έλαβαν συνταξιοδοτική παροχή από τον Κλάδο των Μονοσυνταξιούχων λόγω οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές στον Κλάδο, να λαμβάνουν προσαύξηση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο μόνο για τα έτη που έχουν καταβάλει εισφορές στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων.

Άρθρο 17

Αντιμετώπιση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών

Η προτεινόμενη διάταξη αποσκοπεί στην αντιμετώπιση και επίλυση ερμηνευτικών αλλά και πρακτικών ζητημάτων που έχουν ανακύψει κατά την αναζήτηση από τον ΕΦΚΑ, ως αχρεωστήτως καταβληθεισών, παροχών της παρ. 3 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951 (Α' 179), οι οποίες χροηγήθηκαν κατόπιν θετικής απόφασης Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του τ. ΙΚΑ - ΕΤΑΜ. Για λόγους ισότιμης μεταχείρισης όλων των σχετικών περιπτώσεων, για τις οποίες άλλωστε συντρέχουν οι ίδιες συνθήκες που οδήγησαν στην αρχική χορήγησή τους και στην τελική αναζήτησή τους ως αχρεωστήτως καταβληθεισών, προτείνεται η ενιαία εφαρμογή, σε όλες τις περιπτώσεις, της οικείας διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 103 του ν. 4387/2016 (Α' 85).

Περαιτέρω, δεδομένου ότι οι σχετικές παροχές χορηγήθηκαν κατόπιν θετικής απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, χορηγήθηκαν άνευ υπαιτιότητας του λαβόντος και επιστρέφονται άτοκα.

Άρθρο 18

Παρακράτηση και συμψηφισμός με οφειλές προς ΦΚΑ που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 72 του ν. 2084/1992 (Α' 165), οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) από ληξιπρόθεσμες εισφορές, πρόσθετα τέλη και επιβαρύνσεις, εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ). Κατά τη δε διάταξη του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, σε περίπτωση χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά του ΦΚΑ, ο Φορέας παρακρατεί και συμψηφίζει το ποσό που αντιστοιχεί στην απαίτηση του οφειλέτη έναντι του Φορέα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του.

Ειδικά για την περίπτωση οφειλών που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, εφαρμόζεται η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 4331/2015 (Α' 69), σύμφωνα με την οποία οι ΦΚΑ προβαίνουν σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι του φορέα, μέχρι του ύψους των οφειλών του, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, τα δε παρακρατούμενα ποσά συμψηφίζονται με τις τελευταίες δόσεις της ρύθμισης.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, ορίζεται ότι, στις περιπτώσεις οφειλών που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι ΦΚΑ παρακρατούν πλέον ποσοστό της απαίτησης του οφειλέτη, το οποίο συμψηφίζουν με τις οφειλές, ενώ διατηρείται η πρόβλεψη ότι τα παρακρατούμενα ποσά συμψηφίζονται με τις τελευταίες δόσεις της ρύθμισης. Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται μια εύλογη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και των συμφερόντων των προσώπων με οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι όροι της οποίας τηρούνται κανονικά, τα οποία έχουν χρηματική απαίτηση κατά των ΦΚΑ. Τα ποσοστά της παρακράτησης θα οριστούν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με κριτήρια που θα εξασφαλίζουν την εύλογη αυτή ισορροπία.

Παρεμφερής εύλογη ισορροπία προβλέπεται και εφαρμόζεται ήδη σε περιπτώσεις χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας για την είσπραξη χρημάτων από το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και της κατ' εξουσιοδότηση εκδοθείσας ΠΟΑ 1274/2013 (Β' 3398), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

Άρθρο 19

Παράταση ισχύος της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α' 107)

Με την περ. 1 της υποπαρ. Ε1 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94) τροποποιήθηκε η υποπαρ. ΙΑ.1 του ν.
4152/2013 (Α' 107) που προβλέπει την πάγια ρύθμιση των οφειλομένων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Ο ν. 4336/2015, λαμβάνοντας υπόψη το εν γένει οικονομικό περιβάλλον για τους οφειλέτες που επρόκειτο να ενταχθούν στην πάγια ρύθμιση, καθώς αυτή αποτελούσε τότε το μόνο σχήμα ρύθμισης ληξιπροθέσμων οφειλών και προκειμένου να διευκολύνει την υπαγωγή τους σε αυτό, προέβλεψε διετή αναστολή για την παροχή εγγυήσεων, διασφαλίσεων ή εμπράγματων βαρών. Με την προτεινόμενη διάταξη παρατείνεται η αναστολή των υποπερ. ββ' και γγ' της παρ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.1 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013. Η θέσπιση της προτεινόμενης διάταξης κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια υπαγωγής στην πάγια ρύθμιση και να διευκολυνθούν οι οφειλέτες να εξοφλήσουν ή να τακτοποιήσουν με νόμιμο τρόπο τις οφειλές τους προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

Άρθρο 20

Τροποποίηση του άρθρου 22 του υ. 4529/2018

Με την παρ 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 (Α' 56) προσδιορίσθηκαν τα πρόσωπα που θεωρούνται μέλη οικογένειας των άμεσα ασφαλισμένων, των συνταξιούχων λόγω αναπηρίας ή γήρατος και των δικαιούχων εξωιδρυματικού επιδόματος, τα οποία υπάγονται για παροχές υγειονομικής περίθαλψης στον ΕΦΚΑ.

Με την προτεινόμενη προσθήκη στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 και στο πρώτο εδάφιο της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4529/2018 ως μέλη οικογένειας, εκτός του συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος και των δικαιούχων εξωιδρυματικού επιδόματος που υπάγονται για παροχές υγειονομικής περίθαλψης στον ΕΦΚΑ, θα θεωρούνται πλέον και τα μέλη οικογένειας συνταξιούχου λόγω θανάτου.

Ειδικότερα, δεδομένου ότι τα άγαμα τέκνα του θανόντος (και μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο εφόσον σπουδάζουν) είναι (συν)δικαιούχοι της σύνταξης λόγω θανάτου και, επομένως, καλύπτονται για υγειονομική περίθαλψη ως συνταξιούχοι, με την προτεινόμενη προσθήκη υπάγονται στον ΕΦΚΑ για υγειονομική περίθαλψη από τον ΕΟΠΥΥ μεμονωμένες περιπτώσεις προσώπων, όπως τα ανάπηρα τέκνα που ο γονέας (πατέρας ή μητέρα) είναι συνταξιούχος λόγω θανάτου και τα ίδια δεν λαμβάνουν σύνταξη αλλά προνοιακό επίδομα ,με αποτέλεσμα να μην υπάγονται στον ΕΦΚΑ για υγειονομική περίθαλψη από τον ΕΟΠΠΥ αλλά έχουν περίθαλψη μέσω του ΕΟΠΠΥ από τις δημόσιες δομές υγείας ως ανασφάλιστοι.


Άρθρο 21

Νομοτεχνική βελτίωση για τίτλους κτήσης

Ενόψει της αντικατάστασης της διάταξης του άρθρου 39 του ν. 4387/2016, η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 4509/2017 (Α' 201) περί της καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ αμειβόμενων με παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών, η οποία παραπέμπει στο ανωτέρω άρθρο, χρήζει μικρής νομοτεχνικής βελτίωσης.

Άρθρο 22

Σύνταξη λόγω θανάτου από φυσικές καταστροφές

Σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών κρίνεται απαραίτητη η άμεση ευαισθητοποίηση του Κράτους και η συνδρομή του σε όσους επλήγησαν περισσότερο από αυτές. Στο γενικότερο πλαίσιο συνεπικούρησης και προστασίας των ατόμων αυτών κρίνεται σκόπιμο να δίνεται η σύνταξη του θανόντα ολόκληρη στους δικαιούχους. Σε περίπτωση που η σύνταξη του θανόντα υπολείπεται των κατώτατων ορίων της περ. β' της
παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αυξάνεται μέχρι το ποσό του προβλεπομένου κατώτατου. Η ρύθμιση ισχύει αναδρομικά, από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και αποτελεί ειδική διάταξη.


ΜΕΡΟΣ Β'

Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ και λοιπές διατάξεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ

Άρθρο 23

Παράσταση πολιτικής αγωγής για δεδουλευμένες αποδοχές και αποζημίωση απόλυσης

Όπως παγ(ως γίνεται δεκτό νομολογιακά, οι παραβάσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου μόνον του α.ν. 690/1945 (Α' 292) δεν γεννούν υπέρ των εργαζομένων αξίωση αποζημίωσης για την πληρωμή των ίδιων των οφειλόμενων αποδοχών, έστω και αν ζητούνται ως αποζημίωση, αφού μόνη η παράλειψη του εργοδότη να καταβάλει εμπρόθεσμα τις αποδοχές δεν συνεπάγεται την απώλεια αυτών, ώστε να προκαλείται στον εργαζόμενο ισόποση με τις αποδοχές του ζημία, που να έχει ως αιτία το θεσπιζόμενο με τις διατάξεις του α.ν. 690/1945 αδίκημα και, συνεπώς, ο εργαζόμενος δεν δύναται να διεκδικήσει από την καθυστέρηση αυτή χρηματική ικανοποίηση για προκληθείσα εξ αυτής ηθική βλάβη. Συνεπεία των ανωτέρω, γίνεται δεκτό ότι, υπό την ισχύ του άρθρου 63 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), σε περίπτωση υπαίτιας μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών ή μη καταβολής της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης, οι εργαζόμενοι δεν νομιμοποιούνται να παρίστανται ως πολιτικώς ενάγοντες στις σχετικές ποινικές δίκες κατά των εργοδοτών.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση καθιερώνεται το δικαίωμα δήλωσης παράστασης πολιτικής αγωγής, ανεξάρτητα από τους όρους του άρθρου 63 του ΚΠΔ, μόνο για την υποστήριξη της κατηγορίας, σε εργαζόμενους στους οποίους οφείλονται δεδουλευμένοι μισθοί καθώς και η προβλεπόμενη αποζημίωση απόλυσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου μόνου του α.ν. 690/1945 και του άρθρου 28 του ν. 3996/2011 (Α' 170). Η ρύθμιση αυτή αφορά εργαζομένους οι οποίοι είναι οι ουσιαστικά αδικηθέντες από την παράνομη και ποινικά κολάσιμη πράξη του εργοδότη και οι οποίοι μπορούν, με την παράστασή τους στη δίκη, να συμβάλουν σημαντικά στη διάγνωση της υπόθεσης και στην αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας.

Άρθρο 24

Αύξηση Τμημάτων Επιθεώρησης του ΣΕΠΕ

Έργο του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) αποτελεί, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ιδίως σε σχέση με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άλλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, η έρευνα της ασφαλιστικής κάλυψης και παράνομης απασχόλησης των εργαζομένων, η συμφιλίωση και επίλυση των εργατικών διαφορών, καθώς και η παροχή πληροφοριών σε εργαζόμενους και εργοδότες σχετικά με τα πλέον αποτελεσματικά μέσα για την τήρηση των κείμενων διατάξεων.

Η αποτελεσματική καταπολέμηση της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας επιτάσσει την ενίσχυση της γεωγραφικής κάλυψης της δομής του ΣΕΠΕ. Προς το σκοπό αυτό, η ίδρυση των Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεστιάδας καθίσταται σκόπιμη, βάσει των ιδιαίτερων συνθηκών των συγκεκριμένων περιοχών όσον αφορά στον τομέα της οικονομίας και ειδικότερα της αγοράς εργασίας, συνεκτιμώντας επιμέρους παραμέτρους, όπως το μέγεθος του εργατικού δυναμικού, τα στατιστικά στοιχεία των ελέγχων, τους οικονομικούς κλάδους που αναπτύσσουν επιχειρηματική δραστηριότητα στις εν λόγω περιοχές.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η μείωση της χιλιομετρικής απόστασης μεταξύ της έδρας των υφιστάμενων Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και των περιοχών χωρικής αρμοδιότητας τους, γεγονός που εξυπηρετεί την εύρυθμη λειτουργία των Περιφερειακών Υπηρεσιών και την αποτελεσματικότερη επίτευξη του επιχειρησιακού στόχου του ΣΕΠΕ, με έμφαση στην άμεση εξέταση των καταγγελιών που αφορούν την καταστρατήγηση της εργατικής νομοθεσίας.

Για τη λειτουργία των νέων Τμημάτων Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Γρεβενών και Ορεστιάδας προβλέπεται αφενός η δυνατότητα μετάταξης σε αυτά προσωπικού εποπτευόμενων φορέων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και αφετέρου η έναρξη της λειτουργίας τους μόλις αυτά στελεχωθούν επαρκώς.

Άρθρο 25

Νομική εκπροσώπηση του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων

Για την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του Ειδικού Γραμματέα και των Επιθεωρητών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), το άρθρο 20 του ν. 3996/2011 (Α' 170) προβλέπει ότι, σε δικαστικές υποθέσεις που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων τους, εκπροσωπούνται από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, καθορίζεται το σύνολο των ζητημάτων σχετικά με τη νομική εκπροσώπηση των ανωτέρω προσώπων από το ΝΣΚ, ώστε να είναι σαφές το πλαίσιο χορήγησης της εν λόγω δυνατότητας.

Ως προς το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της διάταξης, στα πρόσωπα που δικαιούνται νομικής εκπροσώπησης από μέλος του ΝΣΚ προστίθενται και λοιποί υπάλληλοι του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ, οι οποίοι συνδράμουν κατά τη διενέργεια ελέγχων, καθώς και κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία ή/και τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών. Η ένταξη και των προσώπων αυτών κρίνεται προσήκουσα, καθώς και στις περιπτώσεις αυτές συντρέχουν οι ίδιες συνθήκες και περιστάσεις με αυτές των Επιθεωρητών του ΣΕΠΕ.

Όσον αφορά το διαδικαστικό πλαίσιο, ορίζεται ότι απαιτείται έγγραφο αίτημα του Ειδικού Γραμματέα του ΣΕΠΕ προς το ΝΣΚ. Για τους Επιθεωρητές και τους λοιπούς συνδράμοντες υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ απαιτείται θετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται η υπηρεσία που υπηρετούν. Για υποθέσεις που αφορούν τους Ειδικούς Επιθεωρητές, οι οποίοι υπάγονται απευθείας στον Ειδικό Γραμματέα (άρθρο 9 του ν. 3996/2011), το έγγραφο αίτημα συνοδεύεται από θετική εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα. Τέλος, για υποθέσεις που αφορούν τον Ειδικό Γραμματέα του ΣΕΠΕ, το έγγραφο αίτημα υποβάλλεται από τον ίδιο, αλλά πρέπει να συνοδεύεται από σχετικό αναλυτικό ενημερωτικό σημείωμα και να έχει εγκριθεί προηγουμένως από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η ύπαρξη θετικής εισήγησης ή έγκρισης κρίνεται σκόπιμη και αναγκαία, ώστε να αποκλειστούν περιπτώσεις αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ της εκπροσώπησης των προσώπων αυτών και της εξυπηρέτησης των δικαιωμάτων και συμφερόντων του ΣΕΠΕ, του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Δημοσίου εν γένει, τα οποία καλείται πρωτίστως να υπερασπιστεί το ΝΣΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100Α του Συντάγματος.

Εναλλακτικά προς τη δυνατότητα ορισμού μέλους του ΝΣΚ, για την εκπροσώπηση των προσώπων αυτών προβλέπεται η δυνατότητα να αναθέσουν την εκπροσώπησή τους σε δικηγόρο της επιλογής τους. Στην περίπτωση αυτή, αποκλείεται η παράσταση εκπροσώπου από το ΝΣΚ, ενώ τυχόν καταβληθέντα από αυτούς έξοδα καλύπτονται εφόσον υπάρξει θετική προς τούτο εισήγηση. Εάν δεν υπάρξει, δικαιούνται να αιτηθούν και να λάβουν τα έξοδα στα οποία προέβησαν εφόσον επιλυθεί αμετάκλητα η υπόθεση υπέρ τους. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το σχετικό αίτημα εγκρίνεται από ειδική τριμελή επιτροπή, εφόσον προσκομιστούν τα νόμιμα παραστατικά, ενώ ως ανώτατο όριο κάλυψης της σχετικής δαπάνης ορίζεται το τριπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και στα Παραρτήματα αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν.

Τέλος, προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο ζημίας του Δημοσίου, προβλέπεται ότι, εάν η διαφορά επιλυθεί αμετάκλητα σε βάρος τους, τότε οφείλουν να επιστρέφουν στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης το σύνολο των δαπανών στις οποίες προέβη.

Άρθρο 26

Ποινικά αδικήματα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων

Έργο του ΣΕΠΕ αποτελεί, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, ιδίως σε σχέση με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άΆλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, η έρευνα της ασφαλιστικής κάλυψης και παράνομης απασχόλησης των εργαζομένων, η συμφιλίωση και επίλυση των εργατικών διαφορών, καθώς και η παροχή πληροφοριών σε εργαζόμενους και εργοδότες σχετικά με τα πλέον αποτελεσματικά μέσα για την τήρηση των κείμενων διατάξεων. Του Σώματος αυτού, που υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προΐσταται ο Ειδικός Γραμματέας του ΣΕΠΕ, ο οποίος έχει την ευθύνη και τον έλεγχο για την εύρυθμη, αποτελεσματική και συντονισμένη δράση όλων των υπηρεσιών του.

Κατά την επιτέλεση του έργου τους, και ιδιαίτερα κατά τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων, αλλά και κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία ή/και τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών, έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα (σωματικών και λεκτικών) επιθέσεων αλλά και προσχηματικών ποινικών ενεργειών σε βάρος Επιθεωρητών και λοιπών υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν.

Οι πράξεις αυτές, ευ γένει, τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα στις διατάξεις των άρθρων 229, 308 έως 311, 333, 361 και 361Α του Ποινικού Κώδικα. Ωστόσο, λόγω της ιδιαίτερης ηθικοκοινωνικής απαξίας που ενέχει η διάπραξη των ευ λόγω αδικημάτων σε βάρος Επιθεωρητών και υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το ύψιστου δημοσίου συμφέροντος καθήκον της επίβλεψης και του ελέγχου της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, κρίνεται σκόπιμο οι δράστες των πράξεων αυτών σε βάρος των συγκεκριμένων προσώπων να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερη αυστηρότητα από την Πολιτεία.

Άλλωστε, με το ίδιο δικαιοπολιτικό θεμέλιο, προβλέπονται ήδη στον Ποινικό Κώδικα αντίστοιχες διατάξεις για την προστασία των αστυνομικών, λιμενικών, πυροσβεστικών και υγειονομικών υπαλλήλων (άρθρο 315Α του Ποινικού Κώδικα), ενώ πρόσφατα θεσμοθετήθηκε ομοίου περιεχομένου αντιμετώπιση των αδικημάτων αυτών σε βάρος υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (άρθρο 66 του ν. 4557/2018, Α' 139).

Ενόψει των ανωτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται πλέον ως ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση η τέλεση των εγκλημάτων των άρθρων 229, 308 έως 311, 333, 361 και 361Α του Ποινικού Κώδικα σε βάρος του Ειδικού Γραμματέα, των Επιθεωρητών και των λοιπών υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του ΣΕΠΕ που τους συνδράμουν που τους συνδράμουν, κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους ή για λόγους σχετικούς με την εκτέλεσή της.

Άρθρο 27

Δωρεάν μετακίνηση ανέργων

Η διευκόλυνση της ένταξης των ανέργων της χώρας στην αγορά εργασίας αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της δράσης του ΟΑΕΔ. Η προσπάθεια επίτευξης του σκοπού αυτού πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, με τη λήψη μέτρων προς εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για τους ανέργους, καθώς και με την εφαρμογή πολιτικών για τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου.

Στο ανωτέρω πλαίσιο, προβλέφθηκε ήδη με την υπ' αριθμ. οικ. Α-40580/3128/29.6.2015 κοινή υπουργική απόφαση «Δωρεάν μετακίνηση και διαγραφή διοικητικών προστίμων ανέργων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς» (Β' 1293), η οποία κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου με το άρθρο 77 του ν. 4331/2015 (Α' 69), η δωρεάν μετακίνηση των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του ΟΑΕΔ στα δημόσια μέσα μαζικής μεταφοράς.

Με την προτεινόμενη διάταξη, παρέχεται στον ΟΑΕΔ η δυνατότητα να μεριμνά και ο ίδιος για την εξασφάλιση της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων εγγεγραμμένων στα μητρώα του. Προς τον σκοπό αυτό χορηγείται αφενός η δυνατότητα κάλυψης του κόστους της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων, σε περίπτωση έκδοσης κοινών υπουργικών αποφάσεων που επέχουν θέση συμβάσεων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 86 του ν. 4530/2018 (Α' 59), και αφετέρου η δυνατότητα υλοποίησης ειδικών προγραμμάτων για την εξασφάλιση της δωρεάν μετακίνησης των ανέργων με τα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Άρθρο 28

Συμμετοχή ΣΒΒΕ στο ΔΣ του ΟΑΕΔ και στην Επιτροπή του ΕΛΕΚΠ

Με το άρθρο 41 του ν. 4554/2018 (Α' 130) ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ) αναγνωρίστηκε ως ισότιμος κοινωνικός εταίρος και προβλέφθηκε η συμμετοχή του στα διοικητικά συμβούλια, στα συλλογικά όργανα και στις εκπροσωπήσεις της χώρας, όπου προβλέπεται συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

Με την προτεινόμενη διάταξη, αποκτούν εφαρμογή τα οριζόμενα στο ως άνω άρθρο όσον αφορά δύο συλλογικά όργανα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ και την Επιτροπή του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α' 88) για τη λειτουργία του Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ). Ειδικότερα:

Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 2956/2001 (Α' 258), στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ συμμετέχουν τέσσερις (4) εκπρόσωποι των εργαζομένων, υποδεικνυόμενοι από την ΓΣΕΕ, και πέντε (5) εκπρόσωποι των εργοδοτών, εκ των οποίων δύο (2) υποδεικνύονται από τον ΣΕΒ, ένας (1) από τη ΓΣΕΒΕΕ, ένας (1) από την ΕΣΕΕ και ένας (1) από τον ΣΕΤΕ. Επιπλέον, ένας εκ των εκπροσώπων των εργαζομένων και ένας εκ των εκπροσώπων των εργοδοτών υποδεικνύονται ως Αντιπρόεδροι του Διοικητικού Συμβουλίου.

Με την παρ. 1 του άρθρου προβλέπεται ότι η μία (1) εκ των δύο (2) θέσεων συμμετοχής εκπροσώπων του ΣΕΒ, θα καλύπτεται εφεξής από έναν εκπρόσωπο του ΣΒΒΕ, έτσι ώστε οι πέντε (5) θέσεις εκπροσώπων των εργοδοτών να κατανέμονται πλέον ισάριθμα και ισότιμα μεταξύ των εργοδοτικών κοινωνικών εταίρων.

Συγχρόνως, με σκοπό την ενίσχυση της αντιπροσωπευτίκότητας στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΑΕΔ, καθιερώνεται ένα διαδοχικό σύστημα ανάληψης καθηκόντων Αντιπροέδρου καθ' υπόδειξη των εργοδοτών, με την κατά σειρά ορισμού ως Αντιπροέδρου του εκπροσώπου της κάθε μίας εργοδοτικής οργάνωσης για διάρκεια ενός (1) έτους. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την ισχύουσα ρύθμιση, ο οριζόμενος από την πλευρά των εργοδοτικών κοινωνικών εταίρων Αντιπρόεδρος υποδεικνύεται από κοινού, ενώ σε περίπτωση ασυμφωνίας, ο Αντιπρόεδρος προτείνεται από τον ΣΕΒ.

Περαιτέρω, με την παρ. 2 της προτεινόμενης ρύθμισης αυξάνεται ο αριθμός των εκπροσώπων των εργοδοτών στην Επιτροπή για τη λειτουργία του ΕΛΕΚΠ, που προβλέπεται στην παρ. 8 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013, από τέσσερις (4) σε πέντε (5), με την προσθήκη και εκπροσώπου του ΣΒΒΕ, με αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των εκπροσώπων των εργαζομένων.

Άρθρο 29

Ειδικά προγράμματα απασχόλησης ανέργων

Με την προτεινόμενη τροποποίηση επικαιροποιείται η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016 (Α' 205), προκειμένου να προβλεφθεί ότι την κοινή απόφαση της προαναφερόμενης διάταξης υπογράφει αφενός ο Υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, δεδομένου ότι τα ειδικά προγράμματα αφορούν απασχόληση στο δημόσιο τομέα, και όχι ο Υπουργός Εσωτερικών, και αφετέρου ο κατά περίπτωση συναρμόδιος Υπουργός, εάν υπάρχει, λαμβάνοντας υπόψη τους φορείς στους οποίους θα απασχοληθούν οι ωφελούμενοι (ενδεικτικά: ΟΤΑ, σχολεία, νοσοκομεία).

Επίσης, επανακαθορίζεται ο καταμερισμός των ζητημάτων που εξειδικεύονται αφενός στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου και αφετέρου στη δημόσια πρόσκληση που εκδίδει ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) για κάθε πρόγραμμα, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 64 του ν. 4430/2016.

Τέλος, με την παρ. 3 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι οι επερχόμενες αλλαγές έχουν εφαρμογή για προγράμματα που θα προκηρυχθούν μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Επισημαίνεται ότι τα προγράμματα προκηρύσσονται με τη δημοσίευση κοινής υπουργικής απόφασης και στη συνέχεια, βάσει αυτής της απόφασης, εκδίδεται η δημόσια πρόσκληση, στην οποία εξειδικεύονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Λοιπές διατάξεις

Άρθρο 30

Αποζημίωση δικαστικών αντιπροσώπων στις εκλογές συνδικαλιστικών οργανώσεων

Με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4446/2016 (Α' 240) αντικαταστάθηκαν οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 11 του ν. 1264/1982 (Α' 79) και ορίστηκε ότι ως δικαστικοί αντιπρόσωποι στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων ορίζονται πλέον δικηγόροι, κατόπιν αίτησης της οργάνωσης στον Δικηγορικό Σύλλογο της έδρας της. Σύμφωνα δε με την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1264/1982, η αμοιβή των δικαστικών αντιπροσώπων ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Πέραν των ανωτέρω, δικηγόροι ορίζονται ως αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής και στις βουλευτικές εκλογές, σύμφωνα με την περ. θ' της παρ. 3 του άρθρου 68 του π.δ. 26/2012 (Α' 57). Ειδικά για τις εκλογές αυτές, ορίζεται ρητά στην παρ. 3 του άρθρου 108 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, ότι η αποζημίωση που λαμβάνουν δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε φόρο, εισφορά ή κράτηση υπέρ τρίτων, είναι ακατάσχετη, δεν υπόκειται σε κανενός είδους παρακράτηση και δεν συμψηφίζεται με οφειλές των δικαιούχων προς το Ελληνικό Δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία από οποιαδήποτε αιτία.

Δεδομένης της νομοθετικής αλλαγής που επήλθε με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4446/2016, της πρόνοιας που πρέπει να λαμβάνει η Πολιτεία για την απρόσκοπτη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, μέρος της οποίας αποτελεί και η προώθηση της μικρότερης δυνατής επιβάρυνσής τους για τη διενέργεια των εκλογικών τους διαδικασιών, αλλά και για λόγους ισότητας προς τα ήδη ισχύοντα για τις αποζημιώσεις των αυτών προσώπων όταν ορίζονται ως αντιπρόσωποι της δικαστικής αρχής στις βουλευτικές εκλογές, κρίνεται σκόπιμη η εναρμόνιση των ισχυόντων κανόνων για αμφότερες τις περιπτώσεις.

Προς τον σκοπό αυτό, με την προκειμένη διάταξη ορίζεται αφενός ότι το ποσό που λαμβάνουν οι δικαστικοί αντιπρόσωποι που διορίζονται στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων συνιστά αποζημίωση και αφετέρου ότι οι προβλέψεις της παρ. 3 του άρθρου 108 του π.δ. 26/2012 ισχύουν και για τις αμοιβές των δικηγόρων ως δικαστικών αντιπροσώπων στις εκλογές των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Άρθρο 31

Συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ

Το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ) παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών προς εργαζόμενους και εργοδότες, ενώ συγχρόνως αποτελεί το μέσο για την υλοποίηση υποχρεώσεων των εργοδοτών βάσει της προϊούσας ενίσχυσης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Μεταξύ άλλων, στο ΟΠΣ-ΣΕΠΕ δημιουργούνται και τηρούνται υποχρεωτικά ηλεκτρονικοί λογαριασμοί των εργοδοτών, υποβάλλονται οι καταστάσεις συμβάσεων εργασίας που καταρτίστηκαν με τη μεσολάβηση των Ιδιωτικών Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας, τηρείται η βάση καταχώρισης δεδομένων των προσώπων που πληρούν τις προϋποθέσεις για την ανάληψη καθηκόντων Τεχνικού Ασφαλείας, ενώ μέσω του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ κοινοποιούνται κάθε είδους διοικητικές πράξεις και έγγραφα που εκδίδονται από όλα τα όργανα και τις Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ.

Ενόψει των πολλαπλών λειτουργιών και υπηρεσιών του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ, αποφασιστικό παράγοντα για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική παροχή τους αποτελεί η κατάλληλη συντήρησή του, μέσω σχετικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά τις κείμενες διατάξεις. Εντούτοις, η ισχύουσα σύμβαση για την συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ λήγει στις 31.12.2018, ενώ, παρά το προχωρημένο στάδιο της διοικητικής προεργασίας για την προκήρυξη του νέου διαγωνισμού, βάσει των διατάξεων του ν. 4412/2016 (Α' 147), δεν είναι δυνατή η ολοκλήρωση της διαδικασίας και η σύναψη νέας σύμβασης έως τη λήξη της υφιστάμενης.

Ειδικότερα, δεδομένου του αντικειμένου της σύμβασης, για την σύναψη νέας σύμβασης απαιτείται η προκήρυξη δημόσιου διεθνούς ανοικτού διαγωνισμού, με την τήρηση νομοθετικά καθορισμένων χρονοδιαγραμμάτων, προθεσμιών και διαδικασιών. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105 του ν. 4412/2016, τα έννομα αποτελέσματα της απόφασης κατακύρωσης επέρχονται εφόσον, σωρευτικά, παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης των προβλεπόμενων ένδικων βοηθημάτων και μέσων, ολοκληρωθεί ο προσυμβατικόες έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36 του ν. 4129/2013 (Α' 52), όπου απαιτείται, και κοινοποιηθεί η απόφαση κατακύρωσης στον προσωρινό ανάδοχο. Μόνο μετά την επέλευση των εννόμων αποτελεσμάτων της απόφασης κατακύρωσης, κατά τα ανωτέρω, είναι δυνατή η πρόσκληση του αναδόχου για τη σύναψη σύμβασης, από την υπογραφή της οποίας θα είναι πλέον δυνατή η παροχή των υπηρεσιών συντήρησης.

Δεδομένων των ανωτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνεται αυτοδικαίως η υφιστάμενη σύμβαση συντήρησης του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ μέχρι 31.12.2019. Έως τότε θα έχει μετά βεβαιότητας συναφθεί η νέα σύμβαση. Συγχρόνως, προβλέπεται ότι η προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού για την ανάθεση θα λάβει χώρα μέχρι 31.12.2018, ενώ με την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάθεσης και την υπογραφή της σχετικής σύμβασης η παρατεινόμενη σύμβαση θα λυθεί αυτοδικαίως. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση των διαγωνιστικών διαδικασιών και την υπογραφή της νέας σύμβασης, βάσει των διατάξεων του ν. 4412/2016, έτσι ώστε να μην υπάρξει χρονικό κενό στη συντήρηση του ΟΠΣ-ΣΕΠΕ, εξασφαλιζόμενης, συνακόλουθα, της ομαλής συνέχισης της λειτουργίας του.

Άρθρο 32

Εκκαθάριση Δαπανών ΕΦΚΑ

Με την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και την ένταξη σε αυτόν των φορέων που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4387/2016 (Α' 85), κατά το πρώτο διάστημα λειτουργίας του ΕΦΚΑ, δεν κατέστη δυνατό να καταγραφούν και να εξοφληθούν όλες οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες. Με την προτεινόμενη διάταξη επέρχεται η διευθέτηση των εν λόγω δαπανών, η οποία είναι αναγκαία, δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν την καθαριότητα, τα ταχυδρομικά τέλη, τα τηλεφωνικά τέλη, τον φωτισμό και την κίνηση, την επισκευή και τη συντήρηση ηλεκτρονικών υπολογιστών, τη συντήρηση και τη τεχνική υποστήριξη συστημάτων πληροφορικής, τις λοιπές αμοιβές νομικών προσώπων και ελεύθερων επαγγελματιών που εκτελούν ειδικές υπηρεσίες, την επισκευή και συντήρηση μόνιμου και λοιπού εξοπλισμού, διαφημίσεις, δημοσιεύσεις και συνδρομές σε εφημερίδες και περιοδικά, μισθώματα, κοινόχρηστα, τη μηχανογραφική επεξεργασία στοιχείων, μεταφορές, προμήθειες μηχανημάτων και δικαστικά έξοδα και οι οποίες μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν. Το ποσό για την κάλυψη των παραπάνω δαπανών υπολογίζεται σε 945.622 ευρώ.

Με την έναρξη λειτουργίας του ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και την ένταξη σε αυτόν των φορέων που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4387/2016 (Α' 85), κατά το πρώτο διάστημα λειτουργίας του ΕΦΚΑ, δεν κατέστη δυνατό να καταγραφούν και να εξοφληθούν όλες οι πραγματοποιηθείσες από τους ενταγμένους φορείς και τον ΕΦΚΑ δαπάνες. Με την προτεινόμενη διάταξη επέρχεται η διευθέτηση των εν λόγω δαπανών, η οποία είναι αναγκαία δεδομένου ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν μισθώματα, κοινόχρηστα και καθαρισμό κτιρίων εντασσόμενων φορέων, ταχυδρομικά τέλη, τηλεφωνικά τέλη και λοιπές δαπάνες ΕΦΚΑ, συντήρηση και τροποποίηση συστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και οι οποίες μέχρι σήμερα δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν, και βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ΕΦΚΑ.

Άρθρο 33
Ελεγκτές ΠΕΚΑ

Με τις προκείμενες διατάξεις επιχειρείται η αποκατάσταση της θεσμικής εξομοίωσης των δύο βασικών ελεγκτικών σωμάτων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, δηλαδή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης (ΠΕΚΑ), που συστάθηκαν με τον ν. 4387/2016, και παράγουν της ίδιας βαρύτητας και βαθμού δυσκολίας ελεγκτικό έργο. Το άνω έργο μετά και τον νόμο σύστασης του ΕΦΚΑ και τον ν. 4554/2018 (Α' 130) παρουσιάζεται ενισχυμένο, εντατικοποιείται σε επίπεδο ποσότητας και ποιότητας ελέγχων και βελτιστοποιείται οργανωτικά σε όλα τα επίπεδα και ακολουθούμενα στάδια εκ μέρους των ελεγκτικών μηχανισμών.

Τα άνω σώματα, άλλωστε, ενεργούν πλέον υπό το αυτό νομοθετικό πλαίσιο, από κοινού και εν πλήρη συνεργασία, με κοινή ηλεκτρονική πλατφόρμα (ΕΡΓΑΝΗ) και σκοπό την επίτευξη του καλύτερου δυνατού και συντονισμένου αποτελέσματος για την καταπολέμηση παραβάσεων της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας ειδικότερα δε σε σχέση με την αδήλωτη εργασία. Καθίσταται, κατ' ακολουθία, αδήριτη η ανάγκη ευθυγράμμισης των προβλεπόμενων μεθόδων και διαδικασιών των δύο σωμάτων, που εμφορούνται από κοινούς στόχους, αρχές και σκοπούς, ανεξάρτητα από ποιο από αυτά καλείται κάθε φορά να τους επιτελέσει.

Στα πλαίσια, κατά συνέπεια, του συντονισμού των ενεργειών των άνω σωμάτων, ως αυτές προβλέπονται και από τη νεότερη νομοθεσία, καθώς και των κοινών αρχών και στόχων, κρίνεται σκόπιμο να μην υφίστανται διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη θεσμική προστασία του ελεγκτικού έργου και την εν γένει αντιμετώπιση των υπαλλήλων των άνω σωμάτων προς επιτέλεση του εξεχόντως απαιτητικού έργου τους. Ως εκ τούτου, θα πρέπει μέσω των σχετικών προβλέψεων να διευκολύνονται σε αυτό άπαντες ανεξαιρέτως οι ελεγκτές του Υπουργείου, ανεξάρτητα αν ανήκουν στο ΣΕΠΕ ή στα ΠΕΚΑ.

Προς τούτο, και για λόγους ισότητας στην πρόσβαση και στην ουσιαστική λειτουργία των δομών και υπηρεσιών του ΣΕΠΕ και των ΠΕΚΑ κατά την παραγωγή του ελεγκτικού έργου εκ μέρους των υπαλλήλων τους, ανεμπόδιστης και από κοινού αξιοποίησης της υπάρχουσας υλικοτεχνικής υποδομής και του προβλεπόμενου προστατευτικού νομικού πλαισίου, συντονισμού και αποτελεσματικότητας των μικτών κλιμακίων ΣΕΠΕ και ΠΕΚΑ, μετά και την κατάργηση της ΕΥΠΕΑ, προβλέπεται ότι οι εφαρμοζόμενες στους Επιθεωρητές Εργασίας του ΣΕΠΕ διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και στους υπαλλήλους των ΠΕΚΑ, η περαιτέρω λειτουργία των οποίων, οι επιμέρους αρμοδιότητες, ευθύνες και καθήκοντα των διοικητικών μονάδων των οποίων, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτά, θα προσδιορίζονται ειδικότερα από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους.

Ενδεικτικό του προπεριγραφέντος πνεύματος της ενοποίησης των ελεγκτικών μηχανισμών του Υπουργείου, είναι πως στις ανωτέρω διατάξεις προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η κάλυψη δαπανών στις οποίες υποβάλλονται οι υπάλληλοι των άνω υπηρεσιών ή οι οικογένειές τους, προς υπεράσπισή τους ενώπιον των Δικαστηρίων, για ενέργειές τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όταν παρίστανται ενώπιον των Δικαστηρίων, ως πολιτικώς ενάγοντες, από έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος τους, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ, η συνδρομή των διοικητικών αρχών, των αρχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, των δικαστικών υπηρεσιών, των δημοσίων υπηρεσιών καθώς και των υπηρεσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης για τη διευκόλυνση της άσκησης αμφότερων των αρμοδιοτήτων τους, η κατοχύρωση του ακαταδίωκτου των άνω υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, η προστασία της κινητής περιουσίας των
ελεγκτών από ζημιές ή καταστροφές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παροχή αποζημίωσης, εν τοιαύτη περιπτώσει, στους δικαιούχους από το Ελληνικό Δημόσιο.

Άρθρο 34

Σύσταση οργανικών θέσεων εποπτευόμενων φορέων

Δεδομένης της αναστολής προσλήψεων προσωπικού κατά τα έτη της κρίσης και εν συνεχεία, λόγω των περιορισμών και των ανώτατων ορίων που τέθηκαν στις προσλήψεις, τα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α' 16),το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), το Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ), το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), το Θεραπευτήριο Χρονιών Παθήσεων Ευρυτανίας, καθώς και τα παραρτήματά τους, απώλεσαν μεγάλο τμήμα του μόνιμου και έμπειρου προσωπικού τους. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης κενών θέσεων προσωπικού και προκειμένου να καλυφθούν όλως επείγουσες ανάγκες, οι οποίες συνίστανται στην παροχή υψηλής προστιθέμενης αξίας προνοιακών υπηρεσιών σε κοινωνικά ευαίσθητες ομάδες, οι ως άνω φορείς προχώρησαν κατά διαστήματα στην πρόσληψη προσωπικού με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.

Με σκοπό την αποτελεσματικότερη και καταλληλότερη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων για την κάλυψη των ανωτέρω, εξόχως σημαντικών για το κοινωνικό σύνολο, αναγκών και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ταχείας ενίσχυσης των προαναφερομένων φορέων με μόνιμο προσωπικό, με τις προτεινόμενες διατάξεις προβλέπεται η σύσταση οργανικών θέσεων μονίμου προσωπικού στους ως άνω φορείς.

Άρθρο 35

Κάλυψη θέσεων εποπτευόμενων φορέων

Με την παρ. 1 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι η κάλυψη των θέσεων, που συστήνονται με το άρθρου 34, θα διενεργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α’ 28), ενώ οι αντίστοιχες προκηρύξεις θέσεων θα εκδοθούν το αργότερο μέχρι 28.2.2019. Με γνώμονα την εξυπηρέτηση εξαιρετικών λόγων δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην παροχή υπηρεσιών κοινωνικής υποστήριξης σε ευπαθείς ομάδες, όπως είναι τα άτομα με αναπηρία, τα παιδιά, οι υπερήλικες, οι χρονίως πάσχοντες και οι άστεγοι, και με σκοπό τη συνέχιση της εύρυθμης λειτουργίας των φορέων του άρθρου 34, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι συντρέχουν εξαιρετικές ανάγκες που επιβάλλουν την κατεπείγουσα και αδιάλειπτη, έως την πλήρωση των θέσεων με μόνιμο προσωπικό, λειτουργία των φορέων, με την παρ. 2 της ρύθμισης προβλέπεται η δυνατότητα απασχόλησης του υπηρετούντος κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος σε αυτά έκτακτου προσωπικού, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου τους. Η δυνατότητα παράτασης προβλέπεται για χρονικό διάστημα μέχρι την κατάρτιση των προσωρινών πινάκων για το διοριστέο τακτικό προσωπικό και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 31.12.2019. Με την προτεινόμενη διάταξη της παρ. 3 προβλέπεται ότι η απασχόληση του προσωπικού αυτού δεν εμπίπτει στους περιορισμούς των άρθρων 5 και 6 του π.δ. 164/2004 (Α' 134) και δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της σχέσης, με βάση την οποία προσλήφθηκαν.


Άρθρο 36

Διοικητικά Συμβούλια Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας

Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013 (Α' 16), τα Κέντρα Κοινωνικής Πρόνοιας (ΚΚΠ) διοικούνται από επταμελή Διοικητικά Συμβούλια. Κατά την ίδια διάταξη, ο ορισμός των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων γίνεται, μεταξύ άλλων, και με κριτήριο την εκπροσώπηση σε αυτό τουλάχιστον ενός μέλους προερχόμενου από κάθε αντίστοιχο νομό, στον οποίο υπήρχε δομή συγχωνευόμενου ΝΠΔΔ, την εκπροσώπηση του τομέα παιδικής προστασίας από επιστήμονες με σχετική ειδίκευση στο αντικείμενο αυτό, την εκπροσώπηση των εργαζομένων του ΚΚΠ, καθώς και την εκπροσώπηση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία.

Με τις ρυθμίσεις της προτεινόμενης διάταξης, προβλέπεται ότι τα Διοικητικά Συμβούλια αποτελούνται από επτά έως έντεκα μέλη, ενώ ο ακριβής αριθμός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου ΚΚΠ θα καθοριστεί με τον Οργανισμό Λειτουργίας του, που εγκρίνεται, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 4109/2013, με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Οικονομικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατόπιν εισήγησης του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου ΚΚΠ. Με τον τρόπο αυτό σταθμίζονται τα επιμέρους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ΚΚΠ, όπως ο αριθμός των παραρτημάτων, των ωφελούμενων και των εργαζομένων του, καθώς και η χωρικής έκταση και ο πληθυσμός της περιφέρειας αρμοδιότητάς του, διασφαλιζόμενης έτσι της ευρύτερης δυνατής αντιπροσωπευτικότητά εκάστου ΚΚΠ, καθώς και της πλέον αποτελεσματικής λειτουργίας του. Τέλος, μέχρι την έκδοση των οικείων Οργανισμών Λειτουργία, προβλέπεται ότι τα Διοικητικά Συμβούλια των ΚΚΠ λειτουργούν με επταμελή σύνθεση.

Άρθρο 37

Προσωπικό περιφερειακών γραφείων ΕΙΕΑΔ


Το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ) είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και εποπτεύεται από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Το ΕΙΕΑΔ προέκυψε από τη συνένωση των ανώνυμων εταιρειών «Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε. (ΕΚΑΕ)» και «Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική - Πληροφορική (ΠΑΕΠ) Α.Ε.», και κατέστη καθολικός διάδοχος όλων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των δύο αυτών καταργηθεισών εταιρειών. Αποστολή του ΕΙΕΑΔ, ως κύριου επιστημονικού και ερευνητικού βραχίονα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, είναι η υποστήριξη των δράσεων και πολιτικών απασχόλησης.

Πλέον, το ΕΙΕΑΔ καλείται να υλοποιήσει καίριας σημασίας έργα, όπως τον Μηχανισμό Διάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας, και να αποκτήσει έναν ρόλο περισσότερο συντονιστικό (και λιγότερο διαχειριστικό) σε ό,τι αφορά την υλοποίηση έργων σχετικών με τους σκοπούς του, όπως αυτοί αποτυπώνονται στην παρ. 3 του άρθρου 88 του ν. 3996/2011 (Α' 170). Ιδιαίτερα δε στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης και της δια βίου μάθησης, το ΕΙΕΑΔ συμβάλλει περισσότερο ερευνητικά, καθώς πλέον οι δράσεις, οι οποίες εμπεριέχουν και προγράμματα κατάρτισης, υλοποιούνται κατά κύριο λόγο από τον ΟΑΕΔ.

Για το λόγο αυτό, στο πλαίσιο της θεσμικής αναδιοργάνωσης του φορέα και επανεστίασης της δράσης του, καταργούνται από 1.1.2019 τα περιφερειακά γραφεία/ενότητες του ΕΙΕΑΔ και ρυθμίζονται μία σειρά ζητημάτων σχετικά με την ομαλή μεταφορά του προσωπικού σε υπηρεσίες κατά κύριο λόγο του ΟΑΕΔ και του ΣΕΠΕ ή σε άλλους εποπτευόμενους από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης φορείς. Το προσωπικό, προερχόμενο από τον συγκεκριμένο φορέα και με βάση τα τυπικά του προσόντα, μεταφέρεται κατόπιν πλήρους ενημέρωσής του επί της αναδιοργάνωσης αυτής και έχοντας εξασφαλιστεί μέσω διαβουλεύσεων η διαθεσιμότητά του για επικείμενες μετακινήσεις, και αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά υπηρεσίες, όπως ιδίως οι προαναφερθείσες του ΟΑΕΔ και του ΣΕΠΕ.

Ειδικότερα, προβλέπονται οι υπηρεσίες υποδοχής η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων και έκδοσης της σχετικής απόφασης, καθώς και οι όροι μεταφοράς του προσωπικού. Για λόγους χρηστής διοίκησης ρητώς προβλέπεται ότι, εάν μεσολαβήσει χρονικό διάστημα από την κατάργηση των γραφείων/ενοτήτων έως την ανάληψη υπηρεσίας του μεταφερόμενου προσωπικού, αυτό θα θεωρηθεί, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και οι αντίστοιχες αποδοχές θα καταβληθούν από το ΕΙΕΑΔ.

Άρθρο 38
Έναρξη ισχύος

Με την παρούσα διάταξη καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου.


Αθήνα, 12/11/2018

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ


ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ


ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

ΥΓΕΙΑΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΜΑΡΙΑ-ΕΛΙΖΑ ΞΕΝΟΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ


0Ι ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ


ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΘΕΑΝΩ ΦΩΤΙΟΥ
 
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

ΥΓΕΙΑΣ
ΠΑΥΛΟΣ ΠΟΛΑΚΗΣ


ΟΙ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ